Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

Αυτός ήταν ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ :Η Νίκη Σταύρου μας τον παρουσιάζει ....μέσα από προσωπικές ιστορίες!



"Κερύνεια. Ιούλιος του 1974. Τρεις γυναίκες και ένα δεκαοχτάμηνο μωρό. Σε μπαλκόνι διαμερίσματος. Κοιτάζουν ψηλά. Μαύρες κουκίδες σκοτεινιάζουν το γαλάζιο τ’ουρανού. Εισβολή. Τουρκικός στόλος πλησιάζει και την οροσειρά του Πενταδάχτυλου. Το μωρό κλαίει με λυγμούς. Οι γυναίκες συλλαμβάνονται. Η Κύπρος βομβαρδίζεται. Καίγεται. Ακολουθεί τριήμερη ομηρεία και αρχική σιωπή των γυναικών. Συνειδητή. Κράτησε λίγο. Η πιο ψύχραιμη ανάμεσα τους υπό την απειλή όπλου σηκώνεται. Μιλά γαλλικά άφοβα, προκλητικά κοιτώντας τον κατακτητή κατάματα. Πείθει τους Τούρκους ότι είναι Ελβετοί τουρίστες. Και βρίσκουν τρόπο σωτηρίας.
Η γυναίκα αυτή, ο άνθρωπος ζωής του Νίκου Καζαντζάκη, Ελένη. Αν μη τι άλλο γνώριζε από μάχες. Ιδίως όταν μέλημα της ήταν ένα. Να σωθεί το μωρό. Η Νίκη Σταύρου. Το κορίτσι που θα κράταγε ζωντανό το όραμα του Νίκου που είχε φύγει."



Το μωρό μεγάλωσε. Τη συναντούμε και μας περιγράφει την ιστορία δίχως κόμπους στη φωνή. Χωρίς σπάσιμο. « Η Ελένη τους έπεισε ότι ήμασταν τουρίστες. Και φύγαμε με το ελικόπτερο που είχαν στείλει οι αγγλικές βάσεις για να σώσουν τους ξένους υπηκόους τους προκειμένου να μη γίνουν διπλωματικά επεισόδια. Θυμάμαι τις περιγραφές της. Την ώρα που ετοιμαζόμασταν να μπούμε στο ελικόπτερο μια αγγλίδα ωρυόταν ότι ήμασταν Έλληνες. Ο πιλότος προσπάθησε να φύγει, η μητέρα μου με άρπαξε από τα χέρια της Ελένης και με πέταξε στα πόδια του. Χτύπησα τότε, το ελικόπτερο αναχαιτίστηκε ελαφρά αλλά πρόλαβαν και μπήκαν στο ελικόπτερο. Είχαμε σωθεί».

Η Ελένη Καζαντζάκη είχε φίλους στην Κύπρο.

Χρόνια πριν κατέφυγε εκεί όταν υψώθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο η δικτατορία στην Ελλάδα. Κατόπιν προσκλήσεως του αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Στην Κύπρο τους γνώρισε. Τον Πάτροκλο και τη Μαρία Σταύρου. Ο Πάτροκλος, υφυπουργός παρά τω Προέδρω της Κυπριακής Δημοκρατίας και Παλαμιστής, η Μαρία λογοτέχνης. Ευτυχισμένο ζευγάρι, μα άτυχο. Η μητέρα μου, διηγείται η Νίκη, είχε προβλήματα με τις εγκυμοσύνες της. Πολλές αποβολές. Κάποια στιγμή έμεινε έγκυος σε μένα και το εκμυστηρεύεται στην Ελένη με παράπονο. Φοβόταν ότι και αυτό το παιδί θα το χάσει. Η Ελένη της δίνει εντολή. Την πείθει να μπει στο αεροπλάνο και να την βρει στη Γενεύη. Έλληνας γιατρός την παρακολουθεί και η Ελένη την φροντίζει μέρα νύχτα. Το παιδί αυτό το κράτησε. Γεννήθηκα και η πρώτη σκέψη ήταν αν το παιδί είναι αγόρι να το βγάλουν Νίκο. Βγαίνει όμως ο γιατρός και τους λέει. «malheureusement c’est une fille” (Δυστυχώς είναι κορίτσι). Ο πατέρας μου επιμένει να τιμήσουν το όνομα της Ελένης. Η ίδια όμως απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη. Το παιδί θα το βγάλουμε Νίκη. Ποιος θα συνεχίσει το έργο του Καζαντζάκη;
Η Νίκη μεγαλώνει στην αγκαλιά της νονάς Ελένης. Τα βράδια της διαβάζει βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη που έχει φύγει. Τεσσάρων χρονών ταξιδεύει με τα Παλάτια της Κνωσσού, το Μέγα Αλέξανδρο. Πριν τα 11, της διαβάζει τον Δάντη και τα Θεατρικά του. Τα βράδια… αυτά τα άυπνα βράδια. «Η νονά μου κι εγώ είχαμε από γεννησιμιού μας δυσκολίες στον ύπνο. Οι δικές της αϋπνίες όμως μας έκαναν καλό γιατί ο Νίκος πήγαινε στο κρεβάτι της και της έλεγε παραμύθια. Ιστορίες για να κοιμηθεί. Μα μια μέρα του λέει. «Αυτό το παραμύθι, ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, μήπως ήρθε η ώρα να γίνει βιβλίο; Και κάπως έτσι προέκυψε το μυθιστόρημα. Και όλα τα υπόλοιπα μυθιστορήματα μετά από αυτό. Στο σπίτι της Ελένης που μεγάλωσα ο Νίκος Καζαντζάκης παρέμενε ζωντανός μετά το θάνατο του. Μιλούσαμε για το Νίκο πάντα σε χρόνο ενεστώτα με συνεχείς αναφορές. Σαν τώρα την θυμάμαι να δίνει την εντολή «ο Νίκος λέει να μασάς την τροφή σου 32 φορές».
Δεκαεννιά χρόνια διαφορά είχαν. Γνωρίστηκαν στις 18 Μαίου 1924 κατόπιν προξενιού της διάσημης πιανίστα Μαρίκας Παπαΐωάννου. Η Ελένη όμως είχε τις αμφιβολίες της. «Στην αρχή, δεν ήθελε να τον γνωρίσει γιατί δεν άκουγε τα καλύτερα από τη Γαλάτεια Αλεξίου, την πρώτη σύζυγο του. Μάθαινε ότι ήταν περήφανος, αλαζόνας, δύσκολος άνθρωπος. Γνωρίστηκαν και την επόμενη μέρα πήγαν στη θάλασσα. Η Ελένη είχε λευκό δέρμα και ο Νίκος όλη εκείνη τη μέρα στεκόταν με το κορμί του κόντρα στον ήλιο, να μην καεί. Μετά μάλιστα από καιρό, όταν της ζήτησε να είναι μαζί, δεσμεύτηκε ότι «εγώ δεν μπορώ να σας προσφέρω άνεση στη ζωή σας αλλά δε θα βαρεθείτε ούτε στιγμή. Αν παρόλα αυτά θέλετε να είστε σίγουρη για τον άνθρωπο που μπλέκετε, θα πρότεινα να πάτε σε μια προηγούμενη φιλενάδα μου να μιλήσετε να σας το πει». Και πήγε! Όσο περίεργο και αν μας ακούγεται πήγε. Στην Έλσα Λάνγκε στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας. Η Έλσα την προέτρεψε να πάει κοντά του. Παρακαλώντας την ένα πράγμα μοναχά. Να τον προστατέψει από τα βέλη γιατί είναι ευάλωτος. Ψυχή ευαίσθητη. Έτσι και έγινε. Πήγε, τον συνάντησε στη Μόσχα από όπου και δεν χώρισαν ποτέ.


Για την Ελένη ο Νίκος Καζαντζάκης γράφει «Της χρωστώ όλη την καθημερινή ευτυχία της ζωής μου, χωρίς αυτή θα ‘χα πεθάνει τώρα και πολλά χρόνια» και κείνη ανταπαντά «Τριάντα τρία χρόνια μαζί του, ποτέ μου δεν ντράπηκα για κακή του πράξη». Μεγαλώνουν μαζί. Παρέα με τις γάτες. Τις φώναζαν «Πουπούλι» και Σμινθίτσα. Η Σμινθίτσα μάλιστα έσωσε τον Καζαντζάκη από βέβαιο θάνατο στην Αίγινα. Μια πολύ κρύα νύχτα καθόταν και έγραφε με το τσουκάλι. Ξαφνικά λοιπόν βλέπει τη Σμινθίτσα να σηκώνεται, να πηγαίνει στο διάδρομο και να λιποθυμάει. Ευτυχώς την ακολούθησε προς τα έξω ο Καζαντζάκης τρεκλίζοντας και έτσι σώθηκε από ύπουλο θάνατο δηλητηρίασης μονοξειδίου.
Η Ελένη, στην κοινή τους πορεία γίνεται συμπαραστάτρια συνοδοιπόρος, γραμματέας, φροντίστρια και νοσοκόμα – τότε λίγο πριν το τέλος. Στα στερνά, μας εξηγεί σήμερα η Νίκη, ο Καζαντζάκης είχε βαρύνει πάρα πολύ. Μα η Ελένη υπέμενε με αγάπη. Κατέβαιναν συχνά πυκνά και πήγαιναν μέχρι τη θάλασσα, και όταν ο Νίκος κουραζόταν τι έκανε; Ανέβαινε με τα πόδια μέχρι το κουκούλι -στο σπίτι τους τότε στην Αντίμπ- έπαιρνε το ποδήλατο τον μετέφερε πάνω σε αυτό και έτσι γύριζαν μαζί σιγά σιγά πίσω. Επρόκειτο για ένα ζευγάρι που έδειχνε απόλυτο σεβασμό. Μιλούσαν εξάλλου μεταξύ τους στον πληθυντικό έως το τέλος. «Νίκο μου τι κάνετε, πως είστε, να σας φέρω κάτι;». Έτσι συνομιλούσαν έως την ημέρα του θανάτου του . Όταν μιλάς εξάλλου στον πληθυντικό δύσκολα μαλώνεις. Το « διψάτε, να σας φέρω νερό» δεν αφήνει περιθώριο σε καβγάδες. Με τη σειρά του όμως και ο Νίκος Καζαντζάκης την μαθαίνει να αψηφά το θάνατο. Όπως εκείνη τη φορά που εθεάθη μετά το θάνατο του η Ελένη σε δείπνο με κόκκινο φουστάνι. Και της λέει κάποιος. Μα καλά είστε χήρα. Αυτό στην Ελλάδα δεν θα το ανεχόταν κανείς. Και εκείνη του ανταπαντά. Συγγνώμη ποιος πέθανε; Πέθανε κανείς;
Η Ελένη Καζαντζάκη φεύγει στις 18 Φεβρουαρίου 2004, ημέρα γέννησης του Νίκου Καζαντζάκη. Πλήρης ημερών σε ηλικία 101 ετών. Έχει προλάβει βέβαια να υιοθετήσει τον πατέρα της Νίκης και να γίνει με τον τρόπο αυτό γιαγιά και νονά. Δεσμός αίματος ακλόνητος. Ευθύνη και βάρος μαζί. Για να προσπαθεί να φέρει στο σήμερα τις λέξεις τις δικές του. Τις Καζαντζακικές.
«Τον φαντάζομαι πολύ συχνά, να ζει ανάμεσα μας σήμερα. Σίγουρα θα προσπαθούσε να δώσει πνευματικά εργαλεία στους ανθρώπους να περάσουν αυτό που περνάνε, αλλά θα φώναζε κιόλας. Ήταν μεγάλος επαναστάτης. Δεν ξέρω πως θα λειτουργούσε στην εποχή μας ο Καζαντζάκης, τι θα έλεγε, αλλά δεν άντεχε ποτέ την αδικία και το ψέμα. Είχε πει αν θυμόσαστε στην αποδοχή του βραβείου Ειρήνης, ότι έστω και ένας άνθρωπος αν πεινάει, όλοι μας πεινάμε. Φανταστείτε εδώ στην Ελλάδα να έβλεπε ένα συνταξιούχο να πεινάει. Δε νομίζω ότι θα το άντεχε, θα πήγαινε ο ίδιος να τον ταΐσει. Να σας θυμίσω τον πατέρα του τον καπετάν Μιχάλη, που όλοι φώναζαν Λαδά. Γιατί τα έβαζε στη σειρά και είχε μια μεγάλη γαβάθα λάδι και τα τάιζε στον πόλεμο. Αλλά και μικρός ο Καζαντζάκης ήταν επαναστάτης. Είχε κάνει μάλιστα και μια Φιλική Εταιρεία. Μια ομάδα με συμμαθητές του που μαζί έβρισκαν αδικία την καταπολεμούσαν. Γελούσε ο Μητροπολίτης όταν πήγαν κατά ’κει. 


Θέμα
 
Πηγή δημοσίευσης : www.maga.gr


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου