Εδώ στη Θεσσαλονίκη, στο κέντρο, την προσεχή Τετάρτη, σε δύο μέρες, ο αέναος χρόνος συναντάει... μισό αιώνα.
Εδώ στη Θεσσαλονίκη των εργατικών διαδηλώσεων του ’36, το ανίερο έγκλημα, η εμφάνιση του παρακράτους, που για χρόνια ολόκληρα σιγότρωγε τα σωθικά της συμπρωτεύουσας αλλά και γενικά υπονόμευε όλη την Ελλάδα.
Στις 22 Μαΐου του 1963 ο ανεξάρτητος βουλευτής της Αριστεράς, αγωνιστής της ειρήνης, βαλκανιονίκης και γιατρός γυναικολόγος Γρηγόρης Λαμπράκης δέχθηκε θανατηφόρο χτύπημα από λοστό στο κεφάλι. Ήταν πια κλινικά νεκρός. Τι κι αν στο ΑΧΕΠΑ όπου μεταφέρθηκε έφθασαν σύντομα διάσημοι νευροχειρουργοί από το εξωτερικό. Στις 27 Μαΐου έσβησε οριστικά στα 51 του και μεταφέρθηκε με ειδικό τρένο στην Αθήνα.
Το πώς δεν έγινε γενική εξέγερση στη χώρα αποτελεί ένα θαύμα. Είχαμε πάντως συμπλοκές, συγκρούσεις, διαδηλώσεις, αλλά οι δυνάμεις καταστολής έκαναν καλά τη δουλειά τους. Ωστόσο, όλα εξαρτιόνταν από ένα σπινθήρα. Πέραν του τεράστιου κοινωνικού, πολιτικού, ιδεολογικού αντίκτυπου από τη δολοφονία του Λαμπράκη αποκαλύφθηκαν σημεία και τέρατα.
Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
Η συμμορία της καρφίτσας, τα τρίκυκλα των ανθρώπων με τους λοστούς, η διασύνδεση ανώτατων αξιωματικών της αστυνομίας με τους παρακρατικούς και πολλές άλλες σχέσεις. Με μια ρήση μέγιστης ειλικρίνειας ο Καραμανλής θα αναρωτηθεί: «Επιτέλους, ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο;». Η κυβέρνησή του παραιτείται, προκαλείται σάλος σ’ όλη τη χώρα, οι εφημερίδες πουλούν αμέτρητα φύλλα με αποκαλύψεις και δημοσιογραφικές έρευνες. Η υπόθεση ανατέθηκε στον νέο τότε ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη και εκείνος δεν δίστασε να απαγγείλει κατηγορίες και σε ανώτατα στελέχη της αστυνομίας. Το παρακράτος διατηρείται πάντα σε εγρήγορση, οι φυλακές ανοίγουν, και μόλις μετά από μερικά χρόνια έρχεται η δικτατορία.
Ο Βασίλης Βασιλικός έγραψε το αφήγημα «Ζ», που έγινε μεγάλη επιτυχία και διάσημο best seller στις ΗΠΑ με μορφή βιβλίου τσέπης. Ο νεότατος τότε Κώστας Γαβράς θέλησε να το γυρίσει ταινία. Η Θεσσαλονίκη αποκλείεται λόγω δικτατορίας, και αφού βρήκε και κεφάλαια για το γύρισμα, επέλεξε το Αλγέρι, όπου κατασκευάστηκαν και κάποια ντεκόρ να θυμίζουν τη συμπρωτεύουσα. Το φιλμ τελείωσε το 1969.
ΑΠΟ ΤΟ «Ζ» ΣΤΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
Ο γνωστός αριστερός ηθοποιός Ιβ Μοντάν ανέλαβε τον ρόλο του Λαμπράκη, η Ειρήνη Παπά έπαιξε τη σύζυγό του, ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν τον Χρήστο Σαρτζετάκη, ενώ μια ομάδα διακεκριμένων ηθοποιών (Ρενάτο Σαλβατόρε, Μαρσέ Μποζουφί, Σαρλ Ντενέρ, Μπερνάρντ Φρεσόν, Ζακ Περέν) υποδύθηκαν πραγματικούς ήρωες, όπως π.χ. τον περιβόητο Γκοτζαμάνη, τον Τίγρη και άλλους.
Ο Γαβράς με το τέλος της ταινίας συνδύασε, αυθαίρετα μεν δημιουργικά δε, τη δολοφονία του Λαμπράκη με τη δικτατορία. Τελικά με τον τρόπο του είχε δίκιο, μια και το παρακράτος του ’63 ποτέ δεν διαλύθηκε, δεδομένου ότι οι παραφυάδες του στο στράτευμα ήταν τεράστιες.
Στο φινάλε λοιπόν του «Ζ» μαθαίνουμε για τα βιβλία που απαγορεύτηκαν και για τις διώξεις των χιλιάδων προοδευτικών. Το φιλμ το είδαμε στην Ελλάδα μετά τη δικτατορία και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Κέρδισε τα Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και μοντάζ. Στις Κάννες πήρε το βραβείο της επιτροπής αλλά και του α’ ανδρικού ρόλου για τον Τρεντινιάν.
Η ΦΤΩΧΟΜΑΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ο Γαβράς ακολούθησε το δρόμο του πετυχημένου σκηνοθέτη, ο Χρήστος Σαρτζετάκης έγινε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Τίγρης διηγούνταν πάντα την ιστορία του και οι υπαίτιοι τη γλίτωσαν με σχετικά ασήμαντες ποινές. Ποτέ δεν μάθαμε ακριβώς ποια ήταν η τελευταία διαταγή πριν από τη δολοφονία. Ο Βασίλης Βασιλικός συνέχισε την καριέρα του πετυχημένου λογοτέχνη ως σήμερα.
Μισό αιώνα μετά επιχειρούμε να δούμε τα πράγματα καθαρά. Το 1963 η Ελλάδα δεν είχε συνέλθει ακόμα ούτε από τον πόλεμο και φυσικά ούτε από τον εμφύλιο. Φτώχεια, μετανάστευση, μικρή ανάπτυξη και διαχωρισμός των πολιτών σε εθνικόφρονες και μη. Η Θεσσαλονίκη, τυπική φτωχομάνα, ζούσε σ’ ένα κλίμα προοδευτικών ιδεών, που αναδεικνύονταν ιδεολογικά κυρίως μέσω του φοιτητικού κινήματος, αλλά και σκοταδισμού.
Η παράξενη συνοικία της Αγίας Φωτεινής, οι λούμπεν, παλιοί ταγματασφαλίτες, οι πληροφοριοδότες της ασφάλειας, η ιστορία του δράκου (αργότερα βέβαια), καθόριζαν ένα κλίμα σκοτεινό, σε αντιπαράθεση με τη ζεστή, σινεφίλ ατμόσφαιρα των φοιτητών και της πόλης. Το βράδυ δεν έσβηναν τα φώτα και τα καφενεία ήταν γεμάτα.
Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Μνήμες υπανάπτυξης και μοναξιάς της εξουσίας. Ο Καραμανλής ποτέ δεν γνώριζε τι διαταγές έδιναν αξιωματικοί της αστυνομίας, δεν είχε πληροφορίες με ποιους συνεργαζόταν η ασφάλεια, ποιοι τους παρείχαν στοιχεία για τους φακέλους των πολιτών. Δυστυχώς η δολοφονία του Λαμπράκη δεν οδήγησε σε πλήρη αποφλοίωση της κατάστασης. Ανέδειξε όμως κάτι: όπου και όποτε συμφέροντα βρίσκονται σε αδιέξοδο, οι μυστικές υπηρεσίες ή άλλες διασυνδέσεις κινητοποιούν το παρακράτος για να δολοφονήσουν πολιτικούς με επιρροή στον λαό και την κοινωνία.
Η ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ ΚΕΝΕΝΤΙ
Οι Θεσσαλονικείς βέβαια, φύσει φιλελεύθεροι, προτού συνέλθουν από τη δολοφονία του Λαμπράκη, ακριβώς έξι μήνες μετά (22 Νοεμβρίου 1963) υπέστησαν δεύτερο σοκ. Μέσω των τρανζίστορ πληροφορούνταν για τη δολοφονία του Τζον Κένεντι (ιδιαίτερα αγαπητού στη χώρα μας) στο Ντάλας του Τέξας. Ο (δήθεν) δολοφόνος του, Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, συνελήφθη μέσα σ’ έναν κινηματογράφο, όπου παρακολουθούσε μια ταινία με μυθοπλασία γύρω από τη δολοφονία προέδρου των ΗΠΑ («Οι τρομοκράτες»). Τον Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ τον σκότωσε ο Τζακ Ρούμπι, που πέθανε αργότερα από καρκίνο, και ο εισαγγελέας Τζιμ Γκάρισον ποτέ δεν διαλεύκανε απόλυτα την υπόθεση (βλέπε και τις ταινίες «JFK» του Όλιβερ Στόουν, «Η δολοφονία ενός προέδρου» του Ντέιβιντ Μίλερ). Οι πολιτικές δολοφονίες λοιπόν πάντα υπήρξαν η τελευταία λύση, που αρκετές φορές επέλεξε η CIA σε χώρες του τρίτου κόσμου.
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΛΝΤΟ ΜΟΡΟ
Στην Αφρική αλλά και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής είχαμε τέτοια γεγονότα. Πρόσφατα διαπιστώθηκε πως ο θάνατος του Αραφάτ οφειλόταν σε δηλητηρίασή του από ραδιενεργό πολώνιο. Ο κινηματογράφος μίλησε πολλές φορές οπτικά για πολιτικές δολοφονίες, είτε πραγματικές είτε φανταστικές. Στα «Παράλληλα πάθη» του Τζον Φρανκεχάιμερ και στο «Καλημέρα νύχτα» του Μάρκο Μπελόκιο είχαμε αναφορές στη δολοφονία του Άλντο Μόρο από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες στη Ρώμη.
ΚΑΙ Ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΝΕΚΡΟΣ
Μια κολοσσιαία προσωπικότητα στην Ινδία, ο Γκάντι, δολοφονήθηκε, και ο σερ Ρίτσαρντ Ατένμπορο περιέλαβε αυτό το γεγονός στο μεγάλο, επικό φιλμ που γύρισε με πρωταγωνιστή τον Μπεν Κίνγκσλεϊ.
Μετά τον Τζον Κένεντι, τον Ιούνιο του 1968 δολοφονήθηκε σε ξενοδοχείο στο Λος Άντζελες ο αδελφός του, Ρόμπερτ Κένεντι, κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας του για την προεδρία των ΗΠΑ. Ο Εμίλιο Εστεβέζ γύρω απ’ αυτό το γεγονός γύρισε το «Bobby».
Μερικά μόνο παραδείγματα από μια ατελείωτη αλυσίδα συνωμοσιών και περιπλοκών, όλα στα πλαίσιο να διαφυλαχθούν συμφέροντα ή να προωθηθούν κάποια άλλα.
Υ.Γ. Για λόγους δεοντολογίας δεν αναφέρομαι σε συγκεκριμένα ονόματα της υπόθεσης Λαμπράκη. Αν ανατρέξετε στα φύλλα της «Θ» του 1963, θα βρείτε εκπληκτικά, γλαφυρά, αποκαλυπτικά ρεπορτάζ και έρευνες.
Πηγή δημοσίευσης: http://www.makthes.gr
Γράφει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου